#Bookblog

23.07.2018
Απουσιολόγιο

Πέθανε ο Μάνος Ελευθερίου
Πέθανε ο Μάνος Ελευθερίου

Ο σπουδαίος Έλληνας ποιητής, στιχουργός και πεζογράφος Μάνος Ελευθερίου πέθανε το πρωί της Κυριακής, σε ηλικία 80 ετών. Πρόσφατα, είχε αντιμετωπίσει ένα πρόβλημα υγείας, το οποίο ξεπέρασε, αλλά τα ξημερώματα απεβίωσε από ανακοπή καρδιάς. Τις τελευταίες ημέρες νοσηλευόταν στο νοσοκομείο «Σωτηρία», όπου και άφησε την τελευταία του πνοή. 

Η πολιτική κηδεία του θα γίνει την Τρίτη 24 Ιουλίου, στις 12 το μεσημέρι, στο Α Νεκροταφείο Αθηνών, ενώ στη συνέχεια, η σορός του θα μεταφερθεί στη Βουλγαρία για να αποτεφρωθεί, όπως ο ίδιος επιθυμούσε.

«Ο Μάνος Ελευθερίου ανήκει εδώ και πολλά χρόνια στην χορεία των μεγάλων πνευματικών μας ανθρώπων, για τους οποίους ο θάνατος είναι το πέρασμα στην αιωνιότητα που δικαιωματικώς τους αναλογεί», ανέφερε σε ανακοίνωσή του ο πρόεδρος της Δημοκρατίας Προκόπης Παυλόπουλος.

Ο Μάνος Ελευθερίου αφήνει πολύτιμη παρακαταθήκη στον πολιτισμό με μια μακρά καριέρα δεκαετιών. Ποιητικές συλλογές, διηγήματα, μία νουβέλα, δύο μυθιστορήματα και περισσότερα από 400 τραγούδια είναι μέρος, μόνο, των έργων του. Παράλληλα, είχε εργαστεί ως αρθρογράφος, επιμελητής εκδόσεων, εικονογράφος και ραδιοφωνικός παραγωγός.

«Εκείνο που φοβάται κανείς είναι ο πόνος, τα μαρτύρια, τα βασανιστήρια»

Άνθρωπος δωρικός, που ζούσε με απλότητα αλλά ήταν τόσο σπουδαία τα γραπτά του, οι στίχοι, τα μυθιστορήματά του. Δεν υπάρχει Έλληνας που να μην έχει τραγουδήσει τα τραγούδια του, να μην έχει κλάψει αλλά και να μην έχει αισθανθεί περισσότερο υπέροχος άνθρωπος, αγωνιστής και ταυτόχρονα τόσο ταπεινός.

Έχοντας πλήρη γνώση του ποιος είναι και χωρίς υπερφίαλους χαρακτηρισμούς για τον εαυτό του, που έχουν πολλοί άλλοι -χωρίς τις αρετές και τα ταλέντα του, είχε πει όταν τον ρώτησαν αν θα έγραφε για τη ζωή του: «Οι ζωές των ανθρώπων που ασχολούνται με τα γράμματα και τις τέχνες έχουν ενδιαφέρον όταν είσαι σπουδαίος. Να διαβάσει κανείς  τη ζωή του Μαρσέλ Προυστ ή του Μπαλζάκ, το καταλαβαίνω. Τη ζωή τη δική μου θα διαβάσει; Τρελός είναι;»

Για τον θάνατο είχε πει: «Εμένα, ο θάνατος δεν με ενδιαφέρει, εκεί ο πέλεκυς είναι μια και καλή, μια κι έξω, σε κόβει και τελειώνεις. Εκείνο που φοβάται κανείς είναι ο πόνος, τα μαρτύρια, τα βασανιστήρια».

«Τα λόγια του παλιό κρασί…» που πάντα απολαμβάναμε και για χρόνια θα μας συντροφεύουν, μέσα από την τεράστια παρακαταθήκη που αφήνει πίσω του. Σε συνέντευξη που μας είχε παραχωρήσει, μιλώντας μας για το ποια είναι η πιο ειρηνική επαναστατική πράξη, είχε αναφέρει: «Να κάνει ο καθένας τίμια το έργο του με όσες δυνάμεις έχει. Ας αλλάξει ο καθένας τη ζωή του και θ’ αλλάξει ο κόσμος».

Ενώ στην ερώτηση: «Πότε ένας άνθρωπος παύει να εξελίσσεται;», είχε απαντήσει: «Ποτέ! Η εξέλιξη σταματά μόνο με τον θάνατο. Ακόμα και η αρρώστια είναι μια μορφή “εξέλιξης” στην ανθρώπινη περιπέτεια. Η πνευματική όμως εξέλιξη παύει από τη στιγμή που κεραυνοβοληθεί ο άνθρωπος από μια ειδική αρρώστια. Και δεν κατάλαβα ποτέ αυτή τη φρικιαστική εκδίκηση».

Από την Ερμούπολη στην Αθήνα

Γεννήθηκε και μεγάλωσε στην Ερμούπολη της Σύρου. Ο πατέρας του ήταν ναυτικός. Σε ηλικία 14 ετών ήρθε με την οικογένειά του από την Σύρο στην Αθήνα και τα πρώτα επτά χρόνια κατοίκησαν στο Χαλάνδρι. Το 1960 μετακόμισαν οικογενειακώς στο Νέο Ψυχικό. Το 1955 γνωρίστηκε με τον Άγγελο Τερζάκη,  ο οποίος τον ώθησε να παρακολουθήσει μαθήματα στη δραματική σχολή του Εθνικού Θεάτρου ως ακροατής. Το 1956 γράφτηκε στο τμήμα θεάτρου της Σχολής Σταυράκου με Καθηγητές τους Χρήστο Βαχλιώτη, Γιώργο Θεοδοσιάδη και Γρηγόρη Γρηγορίου.  Το 1960, στα Ιωάννινα, όπου βρέθηκε για να εκτελέσει τη στρατιωτική του θητεία, αρχίζει να γράφει θεατρικά έργα και ποιήματα.

Το 1962, σε ηλικία μόλις 24 ετών, δημοσίευσε την πρώτη του ποιητική συλλογή με τίτλο «Συνοικισμός», με δικά του χρήματα, αλλά δεν είχε την αναμενόμενη επιτυχία. Την ίδια εποχή, στα Ιωάννινα έγραψε τους πρώτους του στίχους, ανάμεσα στους οποίους ήταν και «Το τρένο φεύγει στις 8» που αργότερα μελοποίησε ο Μίκης Θεοδωράκης. Τον Οκτώβριο του 1963 ξεκίνησε να εργάζεται  στο «Readers Digest», όπου και παρέμεινε για τα επόμενα δεκαέξι χρόνια.

Στο μεταξύ, κυκλοφόρησαν τα δύο πρώτα του βιβλία με διηγήματα, «Το διευθυντήριο» (1964) και «Η σφαγή» (1965), για τα οποία γράφτηκαν εξαιρετικές κριτικές. Το 1964, έκανε την εμφάνισή του  στην ελληνική δισκογραφία. Συνεργάστηκε με τον συνθέτη Χρήστο Λεοντή καθώς και με τον Μίκη Θεοδωράκη (1967), με τον οποίο η συνεργασία διακόπηκε λόγω της δικτατορίας. Τα συγκεκριμένα τραγούδια πρωτοκυκλοφόρησαν το 1970, στο Παρίσι.

Συνεργάστηκε με τον Δήμο Μούτση («Άγιος Φεβρουάριος», 1971) και με τον Γιάννη Μαρκόπουλο στον δίσκο «Θητεία», του οποίου η ηχογράφηση άρχισε τον Νοέμβριο του 1973, διακόπηκε από τα γεγονότα του Πολυτεχνείου και τελικά κυκλοφόρησε το 1974 με την Μεταπολίτευση.   Κατά καιρούς είχε συνεργαστεί σχεδόν με όλους τους Έλληνες συνθέτες, όπως με τον συνθέτη Σταύρο Κουγιουμτζή και τον τραγουδιστή Γιώργο Νταλάρα καθώς και με τον Θανάση Γκαϊφύλλια στην «Ατέλειωτη Εκδρομή» (1975), τον Μάνο Χατζιδάκι, τον Γιάννη Σπανό, τον Γιώργο Ζαμπέτα, τον Σταμάτη Κραουνάκη, τον Λουκιανό Κηλαηδόνη, τον Γιώργο Χατζηνάσιο, τον Αντώνη Βαρδή και πολλούς άλλους. Παράλληλα, έγραφε και εικονογραφούσε παραμύθια για παιδιά και είχε την επιμέλεια στην έκδοση λευκωμάτων με θέμα την Σύρο.  

Την δεκαετία του ’90 αρθρογραφούσε και συγχρόνως έκανε ραδιοφωνικές εκπομπές στον Αθήνα 9,84 και στο Δεύτερο Πρόγραμμα.  Το 1994, εξέδωσε την πρώτη του νουβέλα με τίτλο «Το άγγιγμα του χρόνου». Το 2004, δημοσίευσε το πρώτο του μυθιστόρημα, «Ο Καιρός των Χρυσανθέμων», για το οποίο τιμήθηκε με το Κρατικό Βραβείο Λογοτεχνίας 2005. Το 2013, ο Μάνος Ελευθερίου βραβεύθηκε για την συνολική προσφορά του από την Ακαδημία Αθηνών.


Πηγή: naftemporiki.gr





© 2024 PROSPERUS Με επιφύλαξη κάθε νόμιμου δικαιώματος.
  ^