Το παράθυρο αριστερά
Με πρόσχημα την τέχνη και την αινιγματική ζωή ενός μεγάλου καλλιτέχνη επιχειρείται η διερεύνηση της ταυτότητάς του, αλλά και των πολλαπλών ρόλων που αυτός καλείται να εκπληρώσει στη ζωή. Η αλήθεια, η ειλικρίνεια και η συνέπεια στην εκπλήρωση των ρόλων οδηγούν σε μια διαφορετική θέαση των πραγμάτων.
απόσπασμα από το βιβλίο
Είναι μία από τις χιλιάδες μέρες του βίου μου και –το νιώθω– από τις τελευταίες. Δεν ξέρω πόσες ακριβώς μονάδες ημερών υπάρχουν πια για μένα, μπορεί και καμιά. Δεν ξέρω τι να κάνω με τη ζωή μου. Κι αν αυτό που ζω είναι ζωή. Τη μέρα αυτή που –αν και Δεκέμβρης– ο ήλιος καίει και καταυγάζει τ’ απόκρυφα, όλα τα μυστικά που ήθελαν ν’ αποκαλυφθούν, αποφάσισα να μιλήσω. Και να πω όλα όσα θα ήθελαν οι άλλοι να ξέρουν για τον σιωπηλό βίο μου, τις μύχιες σκέψεις μου. Για κείνες τις εικόνες του μυαλού μου που δεν κοινοποιήθηκαν ποτέ με λόγια ή έργα. Σήμερα ο ήλιος καίει και με κάνει και λάμπω. Δεν τον φοβάμαι. Τον ευγνωμονώ που μου δίνει δύναμη ν’ αντέξω το βάρος της αλήθειας μου. Ένα βάρος που –αν και λυτρωτικό– για μένα είναι μαρτυρικό. Για τους άλλους μπορεί απλώς να φανεί σαν εξατμισμένη ανημπόρια.
Τις δύσκολες μέρες της ζωής μου δε μίλησα, γιατί ήθελα να εκφράζομαι χωρίς να μιλώ. Τώρα μιλώ γιατί πρέπει. Έτσι προστάζει μέσα μου η ανάγκη. Μάλλον αυτή πρέπει να ’ναι, τελικά. Η ανάγκη μου για υστεροφημία. Που θα ξεπλύνει από μέσα μου όλα όσα παρέμεναν εγκλωβισμένα στα σκοτάδια και τρέφονταν από το αίμα της σιωπής μου. Για το εκ προοιμίου ξεκαθάρισμα για τα φρικαλέα που θα ειπωθούν μετά.
Ξεκινώ, λοιπόν, την αποτίμηση. Υπάρχει ένα ανεξόφλητο γραμμάτιο που επίμονα ζητά την τακτοποίησή του. Είναι το ίδιο που μου χρέωσε την ανομία και με καταδίκασε. Ξεκινώ. Κι όπως κάποιος που θα κριθεί από το δικαστήριο, ζητώ την επιείκειά σας για το έγκλημα που διέπραξα, για ένα μεγάλο κρίμα, την αποκάλυψη του οποίου θα μπορούσα να αποφύγω. Σημειώστε ότι κάνω από πριν έκκληση, προσπαθώντας να σας προϊδεάσω για όσα επονείδιστα θ’ ακούσετε. Αιτούμαι τη συγκατάβαση και τη μακροθυμία σας, το μαλακό μαξιλάρι που προσφέρετε ως άλλοθι σε κάθε πολύπαθη συνείδηση. Η δική μου είναι μία από αυτές. Σε λίγο θα αρχίσω να σας επιδεικνύω μία-μία τις άτακτες στιγμές του ψηφιδωτού της φαινομενικά τακτοποιημένης ζωής μου. Όχι όλες, φυσικά. Τις πιο χρωματισμένες από την ψυχρότητα του μπλε ή τη θερμότητα του κίτρινου. Εκείνες που ξέφυγαν από τη χρωματική παλέτα της ουδετερότητας. Επιλέγω να μιλήσω για να ξαλαφρώσω τη συνείδηση από το βάρος της διαστρεβλωμένης αλήθειας, μιας αλήθειας τσαλακωμένης και ταλαιπωρημένης που διεκδίκησε το δικαίωμα να προχωρήσει λίγο παραπάνω στο μεταθανάτιο ταξίδι της. Και θολής απ’ την ομίχλη με την οποία την πασπάλισε ο χρόνος. Επιλέγω να μιλήσω όχι γιατί συγχωρώ αυτό που λέμε συνείδηση, μα γιατί τη λυπάμαι.